Ή αλλάζουμε ή βουλιάζουμε, είπε ο Γ. Παπανδρέου, για να αποδειχθεί βέβαια ότι …και αλλάζουμε και βουλιάζουμε. Η αλήθεια όμως είναι ότι σε τόσο κρίσιμες, πραγματικά ιστορικές στιγμές, το ίδιο σύνθημα πρέπει να συνεγείρει και το στρατόπεδο της εργασίας και τις τάξεις της Αριστεράς.
Του ΓΙΑΝΝΗ ΕΛΑΦΡΟΥ
Όπως το κεφάλαιο για να βγει από την κρίση προχωρά σε μια άνευ προηγουμένου επίθεση στους εργαζόμενους, «αλλάζοντάς τα όλα», έτσι και η εργατική πλευρά δεν μπορεί να νικήσει στον πόλεμο με μία από τα ίδια. Με όλα αυτά που την έφεραν σε αυτή τη θέση τραγικής αδυναμίας. Με την ίδια Αριστερά της ήττας, με τα ίδια συνδικάτα της υποταγής, με μια πολιτική γραμμή που είχε παραδεχθεί στην ουσία την παντοκρατορία και το απαρασάλευτο του καπιταλισμού και απλά διαπραγματεύονταν οριακές μικροβελτιώσεις.
Με τον κομμουνισμό εξορισμένο στα αζήτητα και το σοσιαλισμό δεκτό είτε μόνο με «ανθρώπινο πρόσωπο» και αγορά, είτε όπως αυτόν που γνωρίσαμε και κατέρρευσε. Με μια Αριστερά που τελικά υπήρχε για να αναπαράγεται κομματικά και να κυριαρχεί πάνω στις πρωτοπόρες τάσεις της εργατικής τάξης και όχι για να «καταργεί την υπάρχουσα τάξη πραγμάτων». Που διασπούνταν διαρκώς, χωρίς να μπορεί να διαχωριστεί ουσιαστικά από την αστική πολιτική και θεωρία. Κατά τη γνώμη μας, κι αυτό φαίνεται από τις διεργασίες και τις αναζητήσεις στον κόσμο της Αριστεράς, η ανάγκη για μετωπική αντικαπιταλιστική – επαναστατική Αριστερά με ανατρεπτική πολιτική γραμμή και παρέμβαση και για ανώτερη συγκρότηση του ρεύματος της κομμουνιστικής επαναθεμελίωσης είναι πιο έντονη από ποτέ τα τελευταία 20 χρόνια. Και η ενδυνάμωσή τους, η πολύπλευρη αναβάθμισή τους, αποτελεί στοιχείο της αναγκαίας εργατικής απάντησης στην κρίσης και στην επίθεση. Γιατί το πράγμα δεν θα κριθεί μόνο στο κίνημα, ή καλύτερα μόνο στους αγώνες και στις κινητοποιήσεις. Χρειάζεται συνολική πολιτική απάντηση.
Πολύ περισσότερο που είμαστε σε μια ανεπανάληπτη στιγμή, όπου η πολιτική γίνεται καθημερινό διακύβευμα μέσα στους χώρους δουλειάς. «Δεν κάνω απεργία γιατί θα ανέβουν τα …σπρεντ», έλεγε προχθές μια καθηγήτρια, ενώ η απεργία των υπολοίπων έφτανε μέχρι τη Νέα Υόρκη και το Βερολίνο και επηρέαζε συνειδήσεις. Το γεγονός ότι οι τάσεις υποταγής μέσα στους εργαζόμενους είναι ακόμα πολύ ισχυρές και ανθεκτικές –παρά το μέγεθος της επίθεσης- δεν είναι μόνο αποτέλεσμα της τρομοκρατίας κράτους και εργοδοσίας ή του φόβου που γεννά η κρίση. Είναι και αποτέλεσμα του γεγονότος ότι ο κόσμος δεν βλέπει ακόμα μια άλλη πολιτική διέξοδο, κόντρα στον οδοστρωτήρα ΠΑΣΟΚ – ΝΔ – ΛΑΟΣ, με τη συνεπικουρία ΕΕ και διεθνούς κεφαλαίου. Άρα είναι κρίσιμο θέμα για την αντικαπιταλιστική Αριστερά να διαμορφώσει τους όρους για μια ανατρεπτική πολιτική απάντηση.
ΑΡΙΣΤΕΡΗ ΕΡΓΑΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ
Οι απαντήσεις στα δραματικά ερωτήματα της καθημερινότητας δεν μπορεί παρά να έχουν αντικαπιταλιστικό περιεχόμενο. Τα παπαγαλάκια του συστήματος προσπαθούν επίμονα να διαμορφώσουν την εικόνα πως δεν υπάρχει άλλη διέξοδος πέρα από τον κοινωνικό οδοστρωτήρα του Προγράμματος Σύνθλιψης. «οι εργαζόμενοι που αντιστέκονται δίνουν μάχες οπισθοφυλακών», λένε. Στην πραγματικότητα είναι το σύστημα που δίνει μάχη οπισθοφυλακής, απέναντι στις ανερχόμενες τάσεις ανατροπής του. Το ερώτημα πάντως είναι ισχυρό και τίθεται ολοένα και περισσότερο μεταξύ των εργαζομένων, που βλέπουν πλέον για πρώτη φορά τόσο καθαρά ότι η κυρίαρχη πολιτική (της κυβέρνησης ΠΑΣΟΚ και όλων των αστικών κομμάτων και κέντρων) τους οδηγεί στον κοινωνικό μεσαίωνα: Μπορεί να υπάρχει άλλος δρόμος και ποιος είναι αυτός;
Οι πρωτοπόρες δυνάμεις του εργατικού κινήματος και η αντικαπιταλιστική Αριστερά μπορούν και πρέπει επειγόντως να συγκροτήσουν ένα μάχιμο ανατρεπτικό πολιτικό πρόγραμμα – σχέδιο. Το εργατικό κίνημα και η Αριστερά δεν μπορούν να μένουν απλά σε κάποιες διεκδικήσεις (όσο σωστές κι αν είναι), ασύνδετες και ατελείς, που συχνά δείχνουν ότι απλά υπερασπίζουν κάποια «κεκτημένα». Είναι πλέον απαραίτητο, στηριγμένοι βεβαίως πρώτα απ΄ όλα στα εργατικά συμφέροντα, να παλέψουν ένα συνολικό πολιτικό πρόγραμμα ανατροπής της καπιταλιστικής επίθεσης, που θα διεκδικήσει την ηγεμονία μέσα στον εργαζόμενο λαό, μέσα στο ευρύτερο κοινωνικό ρεύμα δυσαρέσκειας και αποστοίχισης από την κυρίαρχη πολιτική.
Συνδέοντας διαλεκτικά τη μάχη για την επιβίωση με τον αγώνα για μια διαφορετική ζωή, τον αγώνα για «διάσωση» των εργαζομένων από την υποχρεωτική «πτώχευση» (από την κοινωνική βύθιση) που τους επιβάλλουν κυβέρνηση – κεφάλαιο και ΕΕ, με την αντικαπιταλιστική εργατική απάντηση στην κρίση και την επαναστατική διέξοδο – κομμουνιστική προοπτική. Με μια πολιτική γραμμή που παλεύει ανυποχώρητα για την ανατροπή της επίθεσης, του Προγράμματος Σταθερότητας και των συναφών εφιαλτικών μέτρων, για ρωγμές – καταχτήσεις εργατικές, για ανατροπή της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ και τη δημιουργία πολιτικής κρίσης στο αστικό στρατόπεδο. Όλα αυτά διαμορφώνουν συνθήκες κλονισμού της αστικής κυριαρχίας, διαμόρφωσης εργατικού, αριστερού, αντικαπιταλιστικού αντίπαλου δέους και θέτουν επί τάπητος το ζήτημα της συνολικής επαναστατικής ανατροπής.
Για πρώτη φορά τόσο καθαρά οι απαντήσεις στα επείγοντα, δραματικά ερωτήματα της καθημερινότητας των εργαζομένων δεν μπορεί παρά να έχουν αντικαπιταλιστικό περιεχόμενο. Η ανάγκη επιβολής αντικαπιταλιστικών μέτρων ξεπηδά από την οξύτητα των κοινωνικών – πολιτικών προβλημάτων, από τη διαχείριση του χρέους μέχρι το δημοκρατικό πρόβλημα και από την κυριαρχία του «έθνους των εργαζομένων» μέχρι το περιβαλλοντικό ολοκαύτωμα. Όταν για παράδειγμα, οι εργαζόμενοι στην Ελλάδα (αλλά και σε όλο το Νότο, ευρωπαϊκό ή μη) υφίστανται κυριολεκτικά αφαίμαξη από μια χούφτα χρηματοπιστωτικές εταιρείες, που κυριολεκτικά τζογάρουν στο θάνατό μας, τότε ποιος μπορεί να πει ότι δεν είναι ο καπιταλισμός – ζόμπι που ρουφά το αίμα της ζωντανής εργασίας;
Σήμερα που κατέρρευσαν οι αυταπάτες γρήγορου ξεπεράσματος της κρίσης, ή μιας κάποιας ανακούφισης από τον περιορισμένο «νεοκεϋνσιανισμό» του Ομπάμα, από την κοινωνική και δημοκρατική Ευρώπη («που δεν είναι σαν την Αμερική»), από τις υποσχέσεις του Γ. Παπανδρέου και του ΠΑΣΟΚ. Μια επιστροφή στην καπιταλιστική ανάπτυξη, όταν και όπως έρθει, θα σημαίνει την παγίωση μιας μόνιμης βαθύτερης υποδούλωσης της εργατικής τάξης στο κεφάλαιο, σαν αποτέλεσμα ενός νικηφόρου για το κεφάλαιο και καταστροφικού για τους εργαζόμενους κοινωνικού πολέμου την περίοδο της κρίσης. Δεν μοιάζει με όραμα και διέξοδο, αλλά με εφιάλτη!
Απάντηση σήμερα δεν μπορεί να είναι ούτε μια νέα κεντροαριστερή συνάντηση και κυβερνητική διαχείριση, ούτε μια αριστερή μεταρρύθμιση της ΕΕ, ούτε μια «λαϊκή εξουσία» χωρίς επανάσταση και εργατική δημοκρατία, ούτε μια αναρχική ή ελευθεριακή ρήξη «εδώ και τώρα», που σημαίνει ποτέ και πουθενά. Η αντικαπιταλιστική εργατική απάντηση βάζει στο στόχαστρο την κυβέρνηση και τη συναινετική Δεξιά και Ακροδεξιά, την ΕΕ και το ΔΝΤ, το κεφάλαιο και τους σύγχρονους τοκογλύφους. Είναι μια πρόταση μεγάλων ρήξεων και σκληρών συγκρούσεων, που όμως είναι προς όφελος των εργαζομένων, που αλλιώς καταδικάζονται σε ισόβια σκληρή εκμετάλλευση.
Η υλοποίησή της μπορεί να γίνει από ένα πολιτικό εργατικό – λαϊκό κίνημα, που θα μπορεί να επιβάλλει τη θέλησή του, με τη συμβολή ενός ισχυρού μετώπου - πόλου της αντικαπιταλιστικής επαναστατικής Αριστεράς, που θα κάνει ΑΝΤΑΡΣΥΑ στην κυρίαρχη πολιτική και στον οποίο το ρεύμα της κομμουνιστικής επαναθεμελίωσης μπορεί να δίνει προοπτική και ελπίδα.
H ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΜΑΣ ΑΠΑΝΤΗΣΗ
Ένα αριστερό αντικαπιταλιστικό πρόγραμμα απάντησης στην κρίση και ανατροπής της επίθεσης πρέπει να διαμορφωθεί από τις μαχόμενες δυνάμεις του εργατικού κινήματος και της Αριστεράς. Σε πείσμα της προπαγάνδας του μονόδρομου, που οδηγεί στο σύγχρονο ολοκαύτωμα των εργαζομένων, υπάρχει και ένας άλλος δρόμος, δρόμος αγώνα, ρήξης και ανατροπής:
- Άμεση παύση πληρωμών του δημόσιου χρέους προς το διεθνές τοκογλυφικό τραπεζο-πιστωτικό σύστημα. Επαναδιαπραγμάτευση του χρέους στην κατεύθυνση της άρσης των βαρών του. Οι εργαζόμενοι δεν έχουν καμιά υποχρέωση να αποπληρώσουν χρέη που αποτελούν προϊόντα τοκογλυφίας και τα οποία έχουν ήδη πληρώσει διπλά και τρίδιπλα όλα τα προηγούμενα χρόνια. Μέσα στο 2010 το ελληνικό κράτος υποχρεούται να πληρώσει 13 δις ευρώ για τόκους (σχεδόν το 22,5% του συνόλου των εσόδων) και άλλα 19,5 δις θα «επιστραφούν» στους τραπεζίτες ως χρεολύσια. Την προηγούμενη δεκαετία (1999-2009) πληρώσαμε για τοκοχρεολύσια μέσω των προϋπολογισμών 110 δισεκατομμύρια ευρώ, όσο το μισό ελληνικό ΑΕΠ! Θα μας κλείσουν τις στρόφιγγες χρήματος από το εξωτερικό; Πέρα από την αξιοποίηση των ενδοϊμπεριαλιστικών αντιθέσεων, η κύρια απάντηση θα έρθει από το εσωτερικό…
- Δραστική ανακατανομή πλούτου στην Ελλάδα προς όφελος των εργαζομένων, να «βάλουν χέρι» οι εργαζόμενοι στον πλούτο που οι ίδιοι έχουν παράγει και τον έχουν κλέψει οι καπιταλιστές. Τα τελευταία 12 χρόνια το ΑΕΠ μεγεθύνθηκε 60% αλλά το μερίδιο των μισθών μειώθηκε πολύ σε σχέση με τα κέρδη που αυξήθηκαν. Οι εισηγμένες στο Χρηματιστήριο εταιρείες είχαν κέρδη 11,8 δις ευρώ το 2009, 10 δις το 2008 και 11,3 δις το 2007. Η Εθνική Τράπεζα την τελευταία πενταετία είχε κέρδη 6,3 δις ευρώ. Απαιτείται άμεσα φορολόγηση των επιχειρηματικών κερδών 45% - 50%, αντί για μείωση από 25% σε 20% που προωθεί η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ! Την τετραετία 2004 – 2008 από τη μείωση του συντελεστή φορολόγησης των κερδών από 35% σε 25 % (που υλοποίησε η κυβέρνηση Καραμανλή), χαρίστηκαν στις μεγαλοεπιχειρήσεις πάνω από 5,1 δις. Επίσης, πρέπει να επιβληθεί δρακόντεια φορολογία στην κίνηση κεφαλαίων (10 δις. βγήκαν εκτός Ελλάδας από την «πατριωτική» ελληνική αστική τάξη τους τελευταίους μήνες), στο χρηματιστήριο, στη μεγάλη ακίνητη περιουσία κλπ. Να απαγορευθούν οι ληστρικές οφ-σορ εταιρείες. Υπολογίζεται ότι οι 10.000 υπεράκτιες εταιρείες ελληνικών συμφερόντων διακινούν γύρω στα 500 δις ευρώ και το δημόσιο χάνει ετησίως από φόρους 6 δις. Απαλλοτρίωση –χωρίς αποζημίωση- της εκκλησιαστικής και μοναστηριακής περιουσίας. Κατάργηση των χαριστικών ρυθμίσεων στο ελληνικό εφοπλιστικό κεφάλαιο (20% του παγκόσμιου στόλου!)
- Να περάσουν όλες οι τράπεζες στο δημόσιο και να τεθούν στην υπηρεσία των κοινωνικών αναγκών, κάτω από εργατικό έλεγχο, χωρίς αποζημίωση. Τις έχουμε πληρώσει διπλές και τριπλές. Μόνο με τα 28 δις που έθεσε στην υπηρεσία τους η κυβέρνηση μπορούσαν να μπουν υπό δημόσιο έλεγχο οι μεγαλύτερες από τις ελληνικές τράπεζες. Να παραγραφούν όλα τα στεγαστικά δάνεια πρώτης κατοικίας όλων των εργαζομένων και όλα τα χρέη από καταναλωτικά δάνεια και πιστωτικές κάρτες των φτωχών.
- Αντί της τρομοκρατίας για μείωση του δημόσιου τομέα και του κράτους (εκτός βεβαίως των δυνάμεων καταστολής που ενισχύονται), ανάπτυξη του δημόσιου τομέα, έτσι ώστε να καλύψει πλήρως τις κοινωνικές ανάγκες για παιδεία, υγεία, ασφάλιση, βασικές υποδομές, πολιτισμό. Μέσω του εργατικού ελέγχου και του δεσπόζοντος ρόλου του κινήματος παντού, καταπολέμηση των παρασιτικών φαινομένων, ο δημόσιος τομέας να γίνει πραγματικά δημόσιος, στην υπηρεσία του λαού. Αύξηση των δημοσίων επενδύσεων με βάση αυτή την κατεύθυνση και μαζικές προσλήψεις για την κάλυψη των πραγματικών αναγκών. Σταματούν οι ιδιωτικοποιήσεις και οι ΣΔΙΤ, απαλλοτριώνονται χωρίς αποζημίωση των μετόχων όλες οι επιχειρήσεις στρατηγικής σημασίας (ΔΕΗ, ΟΤΕ, ενέργεια, Ολυμπιακή κλπ.), οι οποίες τίθενται κάτω από εργατικό έλεγχο, στα πλαίσια του πολιτικού αγώνα ενάντια στην καπιταλιστική ιδιοκτησία, για τη συνολική κοινωνικοποίηση της παραγωγής. Φτηνά τιμολόγια και υπηρεσίες σε όλους τους εργαζόμενους. Δήμευση της περιουσίας των εργοδοτών και των μετόχων επιχειρήσεων, που κλείνουν αφήνοντας τους εργαζομένους στο δρόμο.
- Η παραγωγή τροφίμων μπαίνει σε διατίμηση και η βιομηχανία τροφίμων μαζί με τις φαρμακοβιομηχανίες και τον κλάδο της υγείας μπαίνει κάτω από εργατικό - κοινωνικό έλεγχο. Ενίσχυση των μικρομεσαίων αγροτών.
- Δραστικός περιορισμός των πολεμικών εξοπλιστικών δαπανών, που απομυζούν το δημόσιο πλούτο, προς όφελος του ΝΑΤΟ και των πολυεθνικών των όπλων. Μόνο η πρόσφατη αγορά των έξι τεράστιων γαλλικών φρεγατών (κατάλληλες για τη Σομαλία και όχι το Αιγαίο) κοστίζει 2,5 δις ευρώ, όσο περίπου τα έσοδα από την αύξηση του ΦΠΑ! Την τελευταία δεκαετία η Ελλάδα είναι 4η στον κόσμο σε αγορά όπλων, πίσω από Κίνα, Ινδία και Νότια Κορέα! Άμεση έξοδος από ΝΑΤΟ – ευρωστρατό, κλείσιμο των βάσεων, επιστροφή των κατοχικών αποστολών.
- Μείωση του εργάσιμου χρόνου στις 30 ώρες, χωρίς ελαστικοποίηση και μείωση των αποδοχών, για την αντιμετώπιση και της ανεργίας. Αυξήσεις σε όλους τους μισθούς, 1.400 ευρώ βασικός μισθός.
- Ανθρώπινο ασφαλιστικό σύστημα, σύνταξη για όλους στα 58-55 και στα 30-25 χρόνια δουλειάς. Κατάργηση όλων των αντιασφαλιστικών νόμων (Σιουφα-Ρεππα-Πετραλια- προτάσεις Λοβέρδου). Να επιστραφούν από το κράτος και τους τραπεζίτες όλα τα κλεμμένα από τα Ταμεία (65 δις. ευρώ), μαζί και αυτά που «χάθηκαν» στο χρηματιστηριακό τζόγο τα τελευταία δυο χρόνια (τουλάχιστον 5,5 δις).
- Νομοθετική απαγόρευση των απολύσεων. Επίδομα ανεργίας, για όλο το διάστημα που βρίσκονται στην ανεργία, ίσο με τον τελευταίο μισθό. Κατάργηση κάθε μορφής ελαστικής εργασίας. Ίσα δικαιώματα σε όλους τους εργαζομένους και απαλλοτρίωση των επιχειρήσεων που χρησιμοποιούν μαύρη εργασία. Νομιμοποίηση όλων των μεταναστών. Ίση αμοιβή για ίση δουλειά.
- Αφορολόγητο όλων των εργαζομένων μέχρι τις 40.000 ευρώ. Κατάργηση του ΦΠΑ στα είδη πρώτης ανάγκης πλατιάς λαϊκής κατανάλωσης και αύξηση του ΦΠΑ στο 38% στα είδη πολυτελείας.
- Δημοκρατία στους χώρους δουλειάς. Πλήρης και ελεύθερη συνδικαλιστική δράση των εργαζόμενων. Εφαρμογή των συλλογικών συμβάσεων και της εργατικής νομοθεσίας. Κατάργηση όλων των αντιδημοκρατικών - κατασταλτικών νόμων. Πάλη ενάντια στο νέο αστικό κοινοβουλευτικό ολοκληρωτισμό, στο κράτος μπιγκ – μπράδερ, στην αστυνομοκρατία, την τρομοκρατία της «αντιτρομοκρατίας».
- Απειθαρχία στις δεσμεύσεις της ΟΝΕ, του Μάαστριχ και της Λισαβόνας. Όχι στην πολιτική και οικονομική επιτήρηση από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο. Κάτω το Σύμφωνο Σταθερότητας και οι τοποτηρητές του.
- Είναι φανερό ότι ένα τέτοιο πολιτικό πρόγραμμα δεν μπορεί να υλοποιηθεί χωρίς ρήξη με την κυρίαρχη πολιτική, ανατροπή των κυβερνήσεων που την υλοποιούν, αντικαπιταλιστική αποδέσμευση από την ΕΕ, κλονισμό της αστικής κυριαρχίας. Η σταθερή υλοποίησή του και το άνοιγμα του δρόμου για ακόμα βαθύτερες κατακτήσεις αντικαπιταλιστικού χαρακτήρα, απαιτούν την επαναστατική ανατροπή και την εργατική εξουσία – δημοκρατία, με κατεύθυνση την κομμουνιστική απελευθέρωση.
ΔΙΕΘΝΙΣΤΙΚΟΣ ΣΤΟΧΟΣ η Αντικαπιταλιστική έξοδος από την ΕΕ:
ΟΥΤΕ ΒΡΥΞΕΛΕΣ, ΟΥΤΕ ΟΥΑΣΙΝΓΚΤΟΝ!
Βασικό σημείο μιας αντικαπιταλιστικής απάντησης στην κρίση και στην επίθεση του κεφαλαίου είναι η πάλη για αντικαπιταλιστική αποδέσμευση – έξοδο από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Ποτέ άλλοτε δεν είχε αποκαλυφθεί ο αντιδραστικός χαρακτήρας της ευρωπαϊκής καπιταλιστικής ολοκλήρωσης στα μάτια τόσων πολλών εργαζομένων στην Ελλάδα. Αποδείχθηκε ότι η ΕΕ, η ΟΝΕ και το ευρώ δεν είναι ένα ασφαλές λιμάνι ή έστω μια ασπίδα για την κρίση, αλλά αποτελεί παράγοντα όξυνσης και επιτελείο – όργανο επιβολής αιματηρών αντεργατικών μέτρων. Ο ζουρλομανδύας του Συμφώνου Σταθερότητας με τον κορσέ του 3%, η άρνηση των ηγεμονικών καπιταλιστικών κρατών, του ιερατείου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και των γκόλντεν μπόις των ευρωπαϊκών τραπεζο-πιστωτικών μονοπωλίων να τείνουν «χείρα βοηθείας» στην Ελλάδα (παρά τη λεηλασία της χώρας την τελευταία 30ετία με αντάλλαγμα μερικά ΚΠΣ για το κεφάλαιο) δεν είναι τυχαία. Η Συνθήκη του Μάαστριχτ και της Λισαβόνας, η εξυπηρέτηση του κεφαλαίου (και πρώτα και κύρια των ισχυρότερων καπιταλιστικών μερίδων και κρατών, όπως των γερμανικών) αποτελούν στοιχεία που είναι στο DNA της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Στο πλαίσιο αυτό λογικές «μεταρρύθμισης» της ΕΕ σε μια φιλολαϊκή κατεύθυνση (όπως αυτές που αναπτύσσονται από τον ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ) είναι τελείως ανεδαφικές και μάλιστα επικίνδυνες για το κίνημα, γιατί ευνουχίζουν την αντιΕΕ δυναμική του σε μια ιδιαίτερα κρίσιμη στιγμή. ΕΕ χωρίς Μάαστριχτ και κυριαρχία του τραπεζικο-πιστωτικού συστήματος ή πολύ περισσότερο ΕΕ των εργαζομένων, δεν μπορεί να υπάρξει. Μάλιστα, ορισμένες από τις αλλαγές που συζητιούνται σήμερα, όπως η κάλυψη του «ελλείμματος» της οικονομικής διακυβέρνησης (σαν συμπλήρωμα της νομισματικής ενοποίησης) είναι σαφώς σε αντιδραστική κατεύθυνση, αφού θα βάλει σε επιτήρηση διαρκείας όλες τις χώρες.
Ο στόχος της αποδέσμευσης από την ΕΕ και το ευρώ τίθεται από εργατική αντικαπιταλιστική σκοπιά. Το εργατικό κίνημα δεν διαλέγει «αφεντικό», δεν επιλέγει μεταξύ της Σκύλλας των Βρυξελών και της Χάρυβδης της Νέας Υόρκης (ΔΝΤ) και Ουάσινγκτον (ΗΠΑ). Εάν ελληνικές αστικές μερίδες (μειοψηφικές για την ώρα) αρχίζουν να βλέπουν σε ένα αναπροσανατολισμό των διεθνών συμμαχιών τους (καταρχήν σε μια Αμερικανική Πολιτεία της Ευρώπης), οι εργαζόμενοι έχουν συμφέρον από μια συνεκτική αντικαπιταλιστική γραμμή που παλεύει για την ανατροπή και αποτίναξη της επιτροπείας της χώρας από ΕΕ – ΕΚΤ και ΔΝΤ, για αντικαπιταλιστική αποδέσμευση από την ΕΕ, συμβολή του ελληνικού κινήματος στο διεθνιστικό καθήκον της διάλυσης της ΕΕ και στη δημιουργία μιας άλλης διεθνούς συνεργασίας στην περιοχή μας, στην Ευρώπη και σε όλο τον κόσμο. Γιατί ο δρόμος για μια άλλη ειρηνική Ευρώπη, της σοσιαλιστικής συνεργασίας, δεν περνά μέσα από την αδύνατη μεταρρύθμιση της σημερινής ΕΕ, αλλά μέσα από το τσάκισμά της από ένα πανίσχυρο εργατικό αντικαπιταλιστικό τσουνάμι, σε εθνικό και διεθνικό επίπεδο.
Ο στόχος της εξόδου από την ΕΕ τίθεται από τη μεριά μας από την αντικαπιταλιστική σκοπιά, σαν αποτέλεσμα ενός ανατρεπτικού πολιτικού εργατικού κινήματος και τότε μόνο μπορεί να είναι ωφέλιμος για τους εργαζόμενους. Σε συνδυασμό με εργατικές κατακτήσεις, χωρίς «υποτίμηση» των μισθών και του επιπέδου ζωής (που θα μπορούσε να οδηγήσει μια έξοδο από το ευρώ υπό αστική ηγεμονία για εξασφάλιση ανταγωνιστικότητας των ελληνικών επιχειρήσεων).
Η αντικαπιταλιστική πάλη κατά της ΕΕ και κατά του ελληνικού αντιδραστικού συνασπισμού εξουσίας δίνει αριστερή απάντηση και στο τσαλαπάτημα κάθε έννοιας δημοκρατίας και λαϊκής κυριαρχίας από την «οικονομική κατοχή» κυβέρνησης – ΕΕ – διεθνών τοκογλύφων, η οποία δεν αποτελεί ένδειξη υποτέλειας ή εξάρτησης, αλλά συνειδητή ταξική επιλογή της ελληνικής αστικής τάξης για να περάσει το δύσκολο κάβο. Άρα απάντηση δεν μπορεί να είναι ένα μπαγιάτικο κίνημα «εθνικής – οικονομικής ανεξαρτησίας», ούτε όμως και ένας αποστειρωμένος ιδεολογικός αντικαπιταλισμός με την καθαρότητα εργαστηρίου, που δεν μπορεί να συνδεθεί με συγκεκριμένους πολιτικούς στόχους ανατροπής και τη παλλόμενη συνείδηση των εργαζομένων.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα ΠΡΙΝ, 7.3.2010
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου