Δευτέρα 1 Φεβρουαρίου 2010

Πρόγραμμα σταθερότητας: πρόγραμμα βαθιάς εκμετάλλευσης

Του ΒΑΣΙΛΗ ΜΗΝΑΚΑΚΗ*

Συνολική πάλη για την ανατροπή του ΠΣΑ

Το επικαιροποιημένο ελληνικό Πρόγραμμα Σταθερότητας και Ανάπτυξης (ΠΣΑ) που παρουσίασε η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ την προηγούμενη εβδομάδα συνιστά μια σημαντική κοινωνική, οικονομική και πολιτική τομή, που επιβάλλεται να αντιμετωπιστεί από το εργατικό κίνημα και την Αριστερά με τη σημασία και τη διάσταση που του αρμόζει.

Τι εννοούμε; Από τη μια επιβάλλεται να αναδειχτεί η ιδιαίτερη αξία και βαρύτητά του, παράλληλα όμως επιβάλλεται να συναρθρωθεί με τα άλλα μέτρα που προωθούνται την ίδια περίοδο από την κυβέρνηση, το κεφάλαιο και την ΕΕ (προϋπολογισμός, φορολογία, εργασιακά, παιδεία, ασφαλιστικό κ.λπ.) – και είτε ενσωματώνονται στο ΠΣΑ είτε όχι. Ώστε και να αναδειχθεί η αντίθεση στο ΠΣΑ ως συνολική πολιτική αιχμή του κινήματος την παρούσα περίοδο, ως συνολικό αίτημα αμτιπαράθεσης με την ΟΝΕ/ΕΕ, την κυβέρνηση και το κεφάλαιο, αλλά και να εξασφαλιστεί ότι αυτή η αντιπαράθεση δεν θα εξαντληθεί στο επίπεδο της πολιτικής διαμαρτυρίας, αλλά θα τροφοδοτήσει ένα ευρύτερο κοινωνικοπολιτικό ρεύμα ρήξης και ανατροπής της αστικής πολιτικής, που θα καταγράφεται τόσο στις επιμέρους μάχες σε χώρους και μέτωπα, όσο και σε συνολικό πολιτικό επίπεδο..

Μάλιστα, καθώς το ΠΣΑ περιγράφει ένα ασφυκτικό χρονοδιάγραμμα, με αλλεπάλληλες νομοθετικές παρεμβάσεις –ειδικά το 2010-, ανακύπτει κι ένα ακόμη μείζον ζήτημα στρατηγικής για το κίνημα και την αντικαπιταλιστική Αριστερά: θα εξαντληθούν σε κάποιες κινήσεις πολιτικής διαμαρτυρίας που θα «σέρνονται» πίσω από το ημερολόγιο της αστικής επίθεσης ή τους δήθεν «αγωνιστικούς σταθμούς» του αστικοποιημένου συνδικαλιστικού κινήματος (αλλά δεν θα χτίζουν την ταξική αγωνιστική ενότητα της εργατικής τάξης ούτε θα οικοδομούν άλλους συσχετισμούς) ή θα διαμορφώσουν μια στρατηγική γραμμή αντιπαράθεσης και μάχης, με προτεραιότητες και ιεραρχήσεις, στόχους οικοδόμησης και πολιτικής αποκρυστάλλωσης, μαζικοκινηματικές και πολιτικές επιδιώξεις;

Μείζον, βέβαια, από μακροπρόθεσμη άποψη, είναι και για το κεφάλαιο να «πετύχει», το ΠΣΑ.. Γιατί, απ’ αυτό προσδοκά όχι απλώς κάποιους πολιτικά οφέλη ή μια διαχειριστική τακτοποίηση των ελλειμμάτων, αλλά μια πιο σοβαρή ανάταξη των όρων κερδοφορίας και πολιτικής κυριαρχίας του κεφαλαίου. Θα τα καταφέρουν; Ουδείς μπορεί να προεξοφλήσει τη μια ή την άλλη εξέλιξη – ούτε καν οι εμπνευστές του ΠΣΑ, που με κάθε ευκαιρία δηλώνουν πως οι προβλέψεις του στηρίζονται σε πολλούς αστάθμητους παράγοντες, ότι οι αβεβαιότητες είναι πολλές και ότι ίσως χρειαστεί να ενεργοποιηθούν πρόσθετα μέτρα και εναλλακτικά σενάρια Β ή και Γ.

Πρόγραμμα βαθιάς εκμετάλλευσης

Το ΠΣΑ που διαμόρφωσε η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ σε πολλά σημεία (π.χ., σσ. 4, 10) εξηγεί ρητά ότι έχει διπλή διάσταση: διαχειριστική (μείωση δημοσιονομικού ελλείμματος και χρέους) και αναδιαρθρωτική («μεταρρυθμιστικές ενέργειες» που θα αντιμετωπίσουν τις στρεβλώσεις, θα αυξήσουν την παραγωγικότητα και επιχειρηματικότητα και θα αποκαταστήσουν την ανταγωνιστικότητα).

Τούτες οι δύο πλευρές είναι αξεδιάλυτες στο ΠΣΑ, που –για να μην αφήσει ίχνος παρανόησης- σημειώνει ότι «το πρώτο αποτελεί αναγκαία συνθήκη για το δεύτερο» (4), ότι «η ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας τόσο με διαρθρωτικούς όρους όσο και με όρους τιμών αποτελεί παράλληλο στόχο με αυτόν της δημοσιονομικής προσαρμογής» (5) και ότι «το μεγαλύτερο μέρος του δημοσιονομικού προβλήματος είναι διαρθρωτικής φύσης» (29). Επιπλέον, επισημαίνει ότι «οι κίνδυνοι αυτοί [σσ.. να μην επιτευχθούν οι δημοσιονομικοί στόχοι του] θα αντιμετωπιστούν με τη συνεχή προσπάθεια να εισαχθεί και να εκτελεστεί το κυβερνητικό πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων» (30).

Χαρακτηριστική τούτης της αλληλοσυσχέτισης είναι και η εκτίμηση ότι στη μείωση του ελλείμματος θα συνεισφέρουν η μείωση της γραφειοκρατίας (2-3% του ΑΕΠ), το άνοιγμα των κλειστών επαγγελμάτων (1%), η άρση των περιορισμών στον ανταγωνισμό (2%) και η αυξημένη αποτελεσματικότητα της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης (1%)!

Σε ό,τι αφορά τη δεύτερη πλευρά, την αναδιαρθρωτική (την πιο υποτιμημένη τόσο στη δημόσια συζήτηση όσο και στις αναλύσεις της Αριστεράς), διευκρινίζεται ότι απαιτείται θεμελιώδης μεταβολή του αναπτυξιακού υποδείγματος της ελληνικής οικονομίας, από το προηγούμενο, που αντιμετώπιζε την κατανάλωση ως κινητήριο μοχλό της ανάπτυξης, σε ένα νέο μοντέλο, που θα βασίζεται στη βιώσιμη μεγέθυνση των εγχώριων και διεθνών επενδύσεων και στις εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών (4, 10, 30). Με άλλα λόγια, διακηρύσσεται –σε πλήρη αρμονία με τα πιο κλασικά νεοφιλελεύθερα δόγματα- ότι βασική φιλοσοφία της προωθούμενης πολιτικής δεν είναι η στήριξη του λαϊκού εισοδήματος (μέσω ενός κλασικού ή ενός «τραπεζικού» κεϊνσιανισμού των δανείων και των πιστωτικών καρτών), αλλά η στήριξη της καπιταλιστικής κερδοφορίας και ανάπτυξης, με την ελπίδα ότι θα οδηγήσουν σε μείωση της ανεργίας και βελτίωση της θέσης των εργαζομένων (κάτι που δεν έχει επιβεβαιωθεί, μιας και τα τελευταία χρόνια η καπιταλιστική ανάπτυξη «παράγει» ανεργία και όχι νέες θέσεις εργασίας)

Ας ξεκινήσουμε όμως από την πρώτη πλευρά, της «δημοσιονομικής εξυγίανσης», που αφορά τον περιορισμό των δημόσιων ελλειμμάτων και τους χρέους. Αναμφίβολα αποτελεί δεσπόζουσα επιδίωξη του ΠΣΑ, που ποσοτικοποιείται στο στόχο της μείωσης του ελλείμματος από 12,7% το 2009 στο 2,8% το 2012.

Ένα πρώτο εντυπωσιακό στοιχείο εδώ είναι ότι το ΠΣΑ δεν περιορίζεται απλώς στη διατύπωση αυτού του στόχου. Παράλληλα, ενσωματώνει ένα αυστηρότατο χρονοδιάγραμμα υλοποίησης (τον τάδε μήνα αυτό το νομοσχέδιο, τον άλλο εκείνο, «υποχρεωτική αναφορά της εκτέλεσης του προϋπολογισμού σε μηνιαία βάση» κ.λπ.) κι έναν επίσης αυστηρότατο μηχανισμό παρακολούθησης και ελέγχου της υλοποίησής του τόσο από τεχνοκράτες της ΕΕ όσο και από εγχώριες διυπουργικές ομάδες εργασίας, που «θα αναλαμβάνουν διαρθρωτική δράση σε όλες τις περιπτώσεις υπέρβασης των δαπανών, ενώ σε περίπτωση που τα έσοδα του προϋπολογισμού είναι χαμηλότερα από τα προβλεπόμενα, μπορούν να μειώνουν τα έξοδα, προκειμένου να διασφαλιστεί η επίτευξη του στόχου για το έλλειμμα» (31, 35). Ενσωματώνει, δηλαδή, μηχανισμούς ελέγχου τόσο σε μακρο-επίπεδο (τριετίας – π.χ. «τα υπουργεία θα υποβάλλουν, μέχρι τα τέλη Ιανουαρίου 2010, προτάσεις για περικοπές δαπανών στα πλαίσια τριετών προϋπολογισμών») όσο και σε μικρο-επίπεδο (μήνας).

Πώς θα εξασφαλιστεί η μείωση των ελλειμμάτων; «Με ένα μίγμα μέτρων», απαντά το ΠΣΑ, «τόσο στο σκέλος των εσόδων, όσο και στο σκέλος των δαπανών». Μάλιστα, «στο σκέλος των δαπανών γίνεται επίσης αναδιάταξη από τις λιγότερο παραγωγικές δαπάνες, στις οποίες περιλαμβάνονται μειώσεις στις αμυντικές δαπάνες και το λειτουργικό κόστος, προς τις πιο παραγωγικές, που συμβάλλουν στη μεγέθυνση και ανάπτυξη της οικονομίας σύμφωνα με τις προτεραιότητες και τη στρατηγική της Λισαβόνας» (20).

Σε ό,τι αφορά τα έσοδα, κεντρική θέση στο ΠΣΑ κατέχει το νέο φορολογικό νομοσχέδιο, το οποίο θα ψηφιστεί το Μάρτιο, ενώ πολύ υποδεέστερης σημασίας είναι οι «σάλτσες» για αύξηση αποτελεσματικότητας εισπρακτικών μηχανισμών, μείωση φοροδιαφυγής και φοροαποφυγής, πάταξη διαφθοράς, διαχείριση ανείσπρακτων εσόδων, αυτοσυμμόρφωσης κ.ά. Ο στόχος της επί θύραις φορολογικής μεταρρύθμισης είναι σαφής: διεύρυνση της φορολογικής βάσης, εφαρμογή καλά σχεδιασμένων μέτρων και εξασφάλιση της αποτελεσματικότητάς τους (21). Ποιος θα πληρώσει για όλα αυτά; Από τα 2.610 εκ. ευρώ που εκτιμάται ότι θα αποδώσουν τα μόνιμα φορολογικά μέτρα το 2010, τα 1.100 θα προέλθουν από την ενιαία φορολογική κλίμακα και την κατάργηση των εξαιρέσεων, τα 650 εκ. από τον υψηλότερο φόρο στα τσιγάρα, τα 400 από τους υψηλότερους φόρους στη κινητή τηλεφωνία και το πετρέλαιο.

Κοινώς, όλα τα βάρη στους μισθωτούς και τους μικρομεσαίους. Ανερυθρίαστα, βέβαια, η κυβέρνηση και το ΠΣΑ, ισχυρίζονται ότι και οι τράπεζες θα πληρώσουν, καθώς «μέρος του ποσού που χορηγήθηκε στα πλαίσια του πακέτου στήριξης της ρευστότητας για την ενίσχυση της κεφαλαιακής επάρκειας των τραπεζών θα επιστραφεί» (29). Μόνο που το μέρος αυτό είναι μόλις 3,8 δις, ενώ το πακέτο στήριξης ήταν 28 δις (αντίστοιχοι είναι και οι «λεονταρισμοί» του Ομπάμα, που ζητά πίσω από τις τράπεζες 90 δις δολ., όταν μόνο από το πακέτο Πόλσον είχαν καρπωθεί 700 δις).

Σε ό,τι αφορά τη μείωση των δημόσιων δαπανών, κεντρική θέση κατέχουν η μείωση των δαπανών για μισθούς στο δημόσιο, με τη μείωση των επιδομάτων κατά 10%, το πάγωμα των αμοιβών άνω των 2.000, τη μείωση στο 1/3 των συμβασιούχων, τη μείωση των προσλήψεων στην εκπαίδευση ως και 70%, την πρόσληψη ενός υπαλλήλου για κάθε πέντε που συνταξιοδοτούνται στο δημόσιο). Ας σημειωθεί ότι το ψαλίδισμα των εργατικών αμοιβών είναι καθολική στόχευση του ΠΣΑ, που εκτιμά ότι θα υπάρχει μείωση του πραγματικού κόστους εργασίας ανά μονάδα προϊόντος κατά 1% την περίοδο 2011-2013. Αν αυτό συσχετιστεί με την εκτίμησή του για τον πληθωρισμό (1,8-1,9%), είναι φανερό ότι οδηγούμαστε σε μια άμεση μισθολογική απώλεια της τάξης του 3% ετησίως.
Κεντρική επίσης επιδίωξη είναι η μείωση των δαπανών κοινωνικής ασφάλισης (μόνο το 2010 κατά 9,7%, κυρίως λόγω της μείωσης των δαπανών υγείας), η μείωση των λειτουργικών δαπανών κατά 10,8% λόγω μείωσης των δαπανών για κρατικές προμήθειες, των επιχορηγήσεων δημόσιων φορέων κ.ά. (μια κατεύθυνση που θα θέσει σε δοκιμασία πολλές από τις υπάρχουσες μορφές κρατικομονοπωλιακής διαπλοκής, ιδίως των μικρότερων επιχειρήσεων).

Είναι χαρακτηριστικό το πώς αποτιμά το ίδιο το ΠΣΑ τη συμβολή κάθε παράγοντα στη μείωση των δαπανών: από τα 1.825 εκ. ευρώ που θα μειωθούν οι κρατικές δαπάνες το 2010, τα 650 θα προέλθουν από τις περικοπές στα επιδόματα και τα 75 από τις υπερωρίες, τα 150 από την αναστολή των προσλήψεων και τα 50 από τη μείωση των συμβασιούχων, τα 540 από τη μείωση των επιχορηγήσεων στα ασφαλιστικά ταμεία και μόνο τα 360 εκ. από την πολυδιαφημισμένη μείωση των λειτουργικών δαπανών.

Εξίσου χαρακτηριστικό είναι και το εξής (26): ενώ οι δαπάνες ως ποσοστό του ΑΕΠ θα πέσουν από 52% το 2009 σε 47,7% το 2013 (4,3%). τα έσοδα θα ανέλθουν από 39,3% το 2009 σε 45,7% το 2013 (6,4%), Πράγμα που σημαίνει ότι γύρω από την «αντιμετώπιση του ελλείμματος» στήνεται όχι μια ειλικρινής επιχείρηση «σωτηρίας της εθνικής οικονομίας», αλλά ένας γιγάντιος μηχανισμός έμμεσης εκμετάλλευσης και ανακατανομής του κοινωνικού πλούτου υπέρ του κεφαλαίου. Αν, μάλιστα, αυτό συνδυαστεί με τις προαναφερθείσες μισθολογικές κατευθύνσεις του ΠΣΑ, τότε γίνεται φανερό ότι οδεύουμε σε μια μακρά περίοδο όχι μόνο σχετικής αλλά και απόλυτης εξαθλίωσης μεγάλων τμημάτων της εργαζόμενης πλειοψηφίας.

Σε όλα αυτά πρέπει να προσθέσουμε και το «εντατικό πρόγραμμα μετοχοποιήσεων, ιδιωτικοποιήσεων και αναδιαρθρώσεων στη διαχείριση της δημόσιας περιουσίας», το οποίο θα δημιουργήσει έσοδα ύψους 2,3% του ΑΕΠ μέσα στα επόμενα χρόνια» (28-9 και 59-60) και θα οδηγήσει στη «μείωση ή εξάλειψη του κρατικού ελέγχου στις περισσότερες οικονομικές δραστηριότητες εκτός των δημόσιων αγαθών και στη συνεχιζόμενη κατοχή μετοχών σε τομείς στρατηγικής σημασίας για το δημόσιο συμφέρον και την εθνική ασφάλεια» (59). Για την έκταση του προγράμματος ιδιωτικοποιήσεων είναι ενδεικτικό το εξής: από αυτό θα εξασφαλιστούν 2,5 δις ευρώ το 2010 και συνολικά 5,6 δις την επόμενη τριετία, όταν η συμμετοχή του δημοσίου στις εν λόγω επιχειρήσεις υπολογίζεται σε 9,224 δις ευρώ. Που σημαίνει ότι την επόμενη τριετία, το δημόσιο θα εκποιήσει το 60^ της περιουσίας του!

Μέτωπο πάλης κατά ΕΕ και κεφαλαίου

Η ίδια η ύπαρξη και ο χαρακτήρας του ΠΣΑ, ο τρόπος κι ο λόγος για τον οποίο καταρτίστηκε, ο θεσμός στον οποίο θα λάβει την τελική έγκριση και οι μηχανισμοί που θα ελέγχουν –ασφυκτικά και εκ του σύνεγγυς- την υλοποίησή του παραπέμπουν ευθέως και εντελώς ωμά και ανοιχτά στην ΕΕ και στο πλαίσιο που εκ των πραγμάτων θέτει η συμμετοχή της Ελλάδας σε αυτήν. Δικαιώνεται, έτσι, η λογική της αντικαπιταλιστκής Αριστεράς που χρόνια τώρα υποστηρίζει ότι όποιο πρόβλημα κι αν προσπαθήσει να αντιμετωπίσει το κίνημα, δεν μπορεί παρά να συγκρουστεί με την ΕΕ, τις οδηγίες, τις δεσμεύσεις τη συνολική της φύση και το χαρακτήρα της.

Βεβαίως, αυτή η λογική δεν έχει καμιά σχέση με την εκσυγχρονισμένη λογική της «ψωροκώσταινας», που βλέπει το ΠΣΑ να κατατίθεται στα πόδια της Μέρκελ και του Σαρκοζί, ή με τις νεοεξαρτησιακές προσεγγίσεις του ΚΚΕ, που θεωρούν ότι έτσι εκχωρούνται τα πάντα στο διευθυντήριο των Βρυξελλών ή με τις καρατζαφερικές εθνικοανεξαρτησιακές κορώνες.

Το ΠΣΑ, πρώτα απ’ όλα και πάνω απ’ όλα αποτελεί ένα σκαρίφημα στρατηγικής του ελληνικού κεφαλαίου για τη μακροπρόθεσμη ανάταξη της οικονομικής κερδοφορίας και της πολιτικής κυριαρχίας του. Ένα σχέδιο που απηχεί, κατά μείζονα λόγο, τις επιδιώξεις των ισχυρότερων μερίδων του ελληνικού κεφαλαίου, που διαθέτουν πολυεθνική διαπλοκή και λειτουργούν με όρους καπιταλιστικής «παγκοσμιοποίησης» και ευρωπαϊκής καπιταλιστικής ολοκλήρωσης. Ταυτόχρονα το ΠΣΑ απηχεί και τους όρους που θέτουν οι ισχυροί ευρωπαϊκοί πολυεθνικοί κολοσσοί και τα ιμπεριαλιστικά κράτη της πρώτης γραμμής ως κυρίαρχο πλαίσιο λειτουργίας της ΟΝΕ και της ΕΕ – γιατί ασφαλώς αυτοί οι οργανισμοί δεν είναι ένας κόσμος «όμορφος και αγγελικά πλασμένος», αλλά ένα σφαγείο των μισθωτών που οικοδομείται με βάση και τις ενδοαστικές συγκρούσεις και το συσχετισμό δύναμης μεταξύ των κεφαλαίων.

Ας μην ξεχνάμε, συνεπώς, τις δηλώσεις αρκετών εκπροσώπων του οικονομικού και πολιτικού κατεστημένου, που λένε ευθέως πως «ακόμα κι αν δεν υπήρχε η ΕΕ, θα έπρεπε από μόνοι μας να διαμορφώσουμε ένα ΠΣΑ» ή ότι οι ελεγκτές της ΕΕ θα πηγαίνουν χέρι χέρι με τους εξίσου άτεγκτους τεχνοκράτες των εγχώριων διϋπουργικών επιτροπών στο κυνήγι της χωρίς παρεκκλίσεις υλοποίησης του ΠΣΑ..

Συντάξεις πείνας, άνεργοι - σκλάβοι

Η αναδιαρθρωτική πλευρά περιλαμβάνει αλλαγές που στοχεύουν στην «ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας, στην αντιμετώπιση των στρεβλώσεων της αγοράς και στην αντιμετώπιση των ζητημάτων της διακυβέρνησης, της διαφάνειας και της υποχρέωσης λογοδοσίας.

Τέτοιος χαρακτήρας, πέραν του άμεσα «εισπρακτικού», αποδίδεται στην αναμόρφωση του φορολογικού συστήματος, στην αναδιάταξη των δημόσιων δαπανών σε αποτελεσματικούς τομείς (17), στη μείωση των εργαζόμενων στο δημόσιο, στον έλεγχο του λογαριασμού μισθοδοσίας τους μέσω Ενιαίας Αρχής Πληρωμών (25), στη μείωση των επιπέδων της Τοπικής Αυτοδιοίκησης και στην ομαδοποίηση και δραστική μείωση του αριθμού των δημόσιων οργανισμών που συνδέονται με τις τοπικές αρχές (Καλλικράτης).

Βασική αναδιαρθρωτική παράμετρος του ΠΣΑ είναι οι αλλαγές στην ασφάλιση, όπου προωθούνται μέτρα «εξορθολογισμού δαπανών, αύξησης της βάσης των εσόδων… αλλά και θεσμική μεταρρύθμιση» (41). Ο στόχος είναι «ο διαχωρισμός της κοινωνικής ασφάλισης και των λειτουργιών κοινωνικής πρόνοιας του συστήματος... και η εγγύηση τόσο της παροχής ενός δικτύου κοινωνικής πρόνοιας για τους ηλικιωμένους όσο και του περιορισμού του ελλείμματος του συστήματος κοινωνικής ασφάλισης. Ο πρώτος στόχος θα πρέπει να επιτευχθεί με την εισαγωγή μιας μη ανταποδοτικής σύνταξης στους πολίτες, ενώ ο δεύτερος θα επιτευχθεί κυρίως μέσα από την αποκατάσταση της σχέσης μεταξύ του επιπέδου των συντάξεων και του ύψους των συσσωρευμένων εισφορών κοινωνικής ασφάλισης». Μάλιστα, γίνεται η πρωτοφανής εκτίμηση ότι «υπάρχει σημαντικό περιθώριο για τη μείωση της συνεισφοράς του κρατικού προϋπολογισμού στο σύστημα κοινωνικής ασφάλισης βραχυπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα» (42), η οποία υλοποιείται «αυθωρεί και παραχρήμα» με τον προϋπολογισμό του 2010, που μειώνει την κρατική χρηματοδότηση στο συνταξιοδοτικό σύστημα από 6,6% του ΑΕΠ το 2009 στο 6%, με προοπτική το 5,2% το 2012 (43). Το παζλ συμπληρώνουν οι μεταρρυθμίσεις στον ΟΓΑ –κυρίως η αύξηση της εισφοράς κατά 1%-, που θα μειώσει τις πιστώσεις του προϋπολογισμού στο εν λόγω ταμείο από 2,6% το 2010 σε 2% το 2012.

Κεντρική θέση στο αναδιαρθρωτικό τμήμα του ΠΣΑ κατέχουν οι λεγόμενες ενεργητικές πολιτικές απασχόλησης (50-51), που υιοθετούν την «αρχή των αμοιβαίων υποχρεώσεων, σύμφωνα με την οποία οι αναζητούντες εργασία θα κάνουν ενεργή αναζήτηση με αντάλλαγμα στοχοθετημένες ενέργειες που θα τους βοηθήσουν να βρουν εργασία», την «υποχρεωτική συμμετοχή για όλους τους ανέργους νέους σε πρόγραμμα κατάρτισης στην αναζήτηση εργασίας, μετά το πέρας ενός συγκεκριμένου χρονικού διαστήματος ανεξάρτητης αναζήτησης», την «ολοκλήρωση της συγχώνευσης των αρμόδιων γραφείων για την καταβολή του επιδόματος με τα αρμόδια γραφεία για τα μέτρα επαναφοράς στην αγορά εργασίας», τη «μετατροπή των επιδομάτων ανεργίας σε μέτρα υποστήριξης της απασχόλησης», τη «μείωση του μη μισθολογικού κόστους εργασίας με … την επιδότηση του κόστους κοινωνικής ασφάλισης για την πρόσληψη νέων»,την «ίδρυση ΣΔΙΤ που εστιάζονται στη βελτίωση των υπηρεσιών της αγοράς εργασίας».

Πολύ σημαντική είναι και η «δημιουργία ανεξάρτητης υπηρεσίας προϋπολογισμού, από τεχνοκράτες που θα ελέγχει σε μηνιαία βάση τους δημοσιονομικούς λογαριασμούς» (34), καθώς και η αλλαγή στον τρόπο κατάρτισης του προϋπολογισμού με μετάβαση σε προϋπολογισμούς προγραμμάτων, «αυστηρό έλεγχο και αιτιολόγηση των επιμέρους δαπανών» (35) και «από μηδενικής βάσης αξιολόγηση του κάθε στοιχείου των δαπανών του προϋπολογισμού του 2011» (31, 36). Νέος νόμος για τη διαδικασία κατάρτισης, παρακολούθησης και εκτέλεση του προϋπολογισμού θα κατατεθεί στα μέσα του 2010.

Τέλος, εδώ εντάσσονται η αναδιάρθρωση των κρατικών δαπανών και ώστε να υπάρξει αύξηση των δημόσιων επενδύσεων, η αναθεώρηση του επενδυτικού νόμου μέσα στο 2010 (θα προβλέπει πρόσθετα κίνητρα για δραστηριότητες πράσινης ανάπτυξης, παραγωγική αναδιάρθρωση αγροτικού τομέα, σύσταση καινοτόμων επιχειρήσεων, προώθηση εξαγωγών κ.λπ.» (48), η σύσταση Ελληνικού Αναπτυξιακού Ταμείου και η βελτίωση και η διευκόλυνση της εφαρμογής του νόμου για τις ΣΔΙΤ (48).

Το άρθρο του Βασίλη Μηνακάκη δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα ΠΡΙΝ στις 24/01/2010

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Lesvos Blogs