Πέμπτη 27 Μαΐου 2010

Εργατικό κίνημα: Η τομή των «115» σωματείων

Καθώς η αμφισβήτηση των ΓΣΕΕ-ΑΔΕΔΥ και συνολικά του αστικοποιημένπου συνδικαλισμού μεγαλώνει και αναζητούνται δρόμοι για την ανεξάρτητη αγωνιστική συσπείρωση ταξικών δυνάνεων του εργατικού κινήματος, έχει ιδιαίτερη σημασία να προσεγγιστούν ανάλογα παραδείγματα του παρελθόντος. Η ιστορικός Δήμητρα Λαμπροπούλου γράφει για την πολύ σημαντική κίνηση των «115» Συνεργαζόμενων Εργατοϋπαλληλικών Οργανώσεων τη δεκαετία του 1960.

Η ενότητα των εργατών ως ένα σύστημα αντιλήψεων και πρακτικών αποτελεί ιδιαίτερο κεφάλαιο στην ιστoρία της πολιτικής, κοινωνικής και πολιτισμικής διαμόρφωσης της εργατικής τάξης, έχει δηλαδή την ιστορικότητα της, τη συγκεκριμένη χρονική και τοπική πλαισίωση της. Στις εξελισσόμενες καπιταλιστικές κοινωνίες, η ιδέα της ενότητας μορφοποιήθηκε κυρίως μέσα από τις διαφορετικές προσπάθειες οργάνωσης της εργασίας, οι οποίες εκδηλώνονταν με φόντο τα πολιτικά διακυβεύματα της κάθε συγκυρίας: τους συνταγματικούς αγώνες και τη συγκρότηση των εθνικών κρατών από τα μέσα του 19ου αιώνα, τους πολέμους, την αυταρχικοποίηση των μεσοπολεμικών καθεστώτων κατά τη διάρκεια της Μεγάλης Κρίσης, την άνοδο του φασισμού και του ναζισμού, την αντίσταση απέναντι τους, τη συγκρότηση του μεταπολεμικού κράτους πρόνοιας. Στη μεταπολεμική ελληνική συγκυρία, η κίνηση των «115 Συνεργαζόμενων Εργατοϋπαλληλικών Οργανώσεων» (115 Σ.Ε.Ο.) αποτέλεσε το σημαντικότερο ίσως παράδειγμα οργάνωσης της εργατικής ενότητας σε αντίθεση με τον κρατικό, ψυχροπολεμικής έμπνευσης συνδικαλισμό, που παγιώθηκε ως ένα από τα συστατικά του πλέγματος εξουσίας από τον εμφύλιο πόλεμο και μετέπειτα.

Η κίνηση των «115» έχει περιγραφεί ως το μόνο πραγματικό συνδικαλιστικό κίνημα που έδρασε τη δεκαετία του 1960: Ιδρύθηκε το 1962 και πολύ σύντομα συσπείρωσε εκατοντάδες πρωτοβάθμιες και δευτεροβάθμιες συνδικαλιστικές οργανώσεις (από περίπου 50 κατά την ίδρυση τους σε 115 το καλοκαίρι του 1963 και πάνω από 700 τις παραμονές της δικτατορίας) προωθώντας την ιδέα της ενότητας στη βάση και στην κορυφή, οργάνωσε και υποστήριξε τους πολύμορφους ―συχνά μεγάλης διάρκειας και έντασης― οικονομικούς αγώνες και υποστήριξε με συνέπεια την ιδέα της ανεξαρτησίας του συνδικαλισμού από κρατικά και κομματικά δεσμά. Το διάστημα 1964-1966, όταν η άνοδος της Ένωσης Κέντρου (Ε.Κ.) στην εξουσία γέννησε (και διέψευσε) προσδοκίες ριζικού εκδημοκρατισμού της ελληνικής κοινωνίας, οι «115» λειτούργησαν ως ένα οργανωμένο αντιπολιτευτικό κίνημα, το οποίο απείλησε σοβαρά τον Μακρή και τις υπόλοιπες φατρίες της ΓΣΕΕ.

Οι «115» Συνεργαζόμενες Εργατοϋπαλληλικές Οργανώσεις λειτούργησαν ως ένα οργανωμένο αντιπολιτευτικό κίνημα στην αυταρχική ΓΣΕΕ

Το αυταρχικό πλαίσιο λειτουργίας της ΓΣΕΕ και του υπόλοιπου κρατικοβίωτου συνδικαλισμού εκείνης της εποχής είχε ήδη σχηματιστεί από τη μεταξική πολιτική των κρατικών επεμβάσεων στο συνδικαλιστικό κίνημα και την οικονομική εξάρτηση του δεύτερου από τις πρώτες. Κατά τη διάρκεια του Εμφύλιου Πολέμου, το πλαίσιο αυτό υπέστη μία νέα επεξεργασία με την ουσιαστική συμβολή των συμβούλων της αμερικανικής αποστολής επί εργατικών θεμάτων. Ο στόχος υπήρξε διπλός: αφενός να εκριζωθούν από το εργατικό κίνημα τα πολιτικά και ιδεολογικά κεκτημένα της Αντίστασης (στόχος υποβοηθούμενος από την πρακτική της φυσικής εξόντωσης των εαμιτών συνδικαλιστούν), αφετέρου να μειωθεί, και κατά προτίμηση να εκμηδενιστεί, ο κίνδυνος αντιστάσεων απέναντι στο αυταρχικό πλαίσιο εργασιακών σχέσεων, το οποίο συνόδευε τα προγράμματα οικονομικου εκσυγχρονισμού. Οι απροκάλυπτες επεμβάσεις του υπουργείου Εργασίας και των ξένων συμβούλων απέδωσαν τη σοδειά ενός εσμού από (έμμισθους) εργατοπατέρες, οι οποίοι δρούσαν ως διαμεσολαβητές προς όφελος των εργοδοτών και των κυβερνήσεων. Τα πρόσωπα και οι πρακτικές συντηρήθηκαν μέχρι τη μεταπολίτευση, αξιοποιώντας ως μέσα τα «μυστικά κονδύλια» του υπουργείου Εργασίας, τον πακτωλό της Εργατικής Εστίας, τα τακτικά εμβάσματα των αμερικανών κατά κύριο λόγο προστατών κ.ά.

Η συντονισμένη αντιπολίτευση προς τον επίσημο συνδικαλισμό εξελίσσεται καθ' όλη τη διάρκεια της δεκαετίας του 1950 και βασίζεται στα συνδικάτα που αφενός οργανώνουν διεκδικητικούς αγώνες, αφετέρου διαθέτουν μία παράδοση μακρόχρονης παρουσίας στελεχών από την Αριστερά και το σοσιαλιστικό χώρο, η οποία φτάνει πίσω στην εαμική αντίσταση. Καθοριστικός είναι εξαρχής ο ρόλος των ομοσπονδιών της Κοινής Ωφέλειας και των Τραπεζών. Η συνδικαλιστική παρουσία των τραπεζικών υπαλλήλων, μπορούμε επίσης να υποθέσουμε, συνδέεται άμεσα με την αντίστοιχη διεύρυνση του χρηματοπιστωτικού κύκλου εργασιών. Ακολουθούν στο συντονισμό οι ομοσπονδίες Εργατών Τύπου και Λογιστών, οι συνδικαλιστικές κινήσεις των οικοδόμων ―που από το 1960 δίνουν σημαντική ώθηση στη μαχητικότητα και την αυτοπεποίθηση των μαζικών αγώνων― των αυτοκινητιστών, των εργατών στο μέταλλο και στη χημική βιομηχανία, καθώς και δεκάδες πρωτοβάθμιες οργανώσεις διαγραμμένες ή μη αποδεκτές από τη ΓΣΕΕ. Αρχικός σκοπός αυτού του συντονισμού είναι το 1962 να αποτραπεί ο κίνδυνος διάλυσης των κλαδικών ασφαλιστικών ταμείων, τον οποίο προωθούσε ένα «πολυνομοσχέδιο», όπως θαλέγαμε σήμερα, του υπουργείου Εργασίας. Στην πορεία, οι στόχοι γενικεύονται μαζί με τη διεύρυνση της συμμετοχής στην κίνηση συνεργασίας. Το καλοκαίρι του 1963 το νομοσχέδιο αποσύρεται στο σύνολο του. Τη στιγμή εκείνη οι συνεργαζόμενες οργανώσεις είχαν φτάσει τις 115 και θα κρατήσουν σε όλη τη διάρκεια της δράσης τους το νούμερο αυτό, ως συμβολική επωνυμία για την υπενθύμιση αυτής της πρώτης και αποφασιστικής νίκης τους.

Η άνοδος της Ένωσης Κέντρου στην εξουσία σηματοδοτεί τη συστηματική διεκδίκηση εκ μέρους των «115» του εκδημοκρατισμού του συνδικαλιστικού κινήματος. Αγωνιστικό ορόσημο η διαδήλωση στις 6 Απριλίου 1964,100.000 λαού για το διώξιμο της φατρίας των Μακρή-Θεοδώρου, την κατάργηση των αντικομμουνιστικών καταστατικών και του ν. 3239/1955, ο οποίος έθετε ένα απόλυτα αυταρχικό πλαίσιο εργασιακών σχέσεων, εκλογές με απλή αναλογική και αδιάβλητο συνέδριο της ΓΣΕΕ για την ανάδειξη δημοκρατικά εκλεγμένης ηγεσίας. Το ίδιο διάστημα υπάρχει μία αξιοσημείωτη πύκνωση των απεργιακών αγώνων και των ανοιχτών συγκεντρώσεων, στις οποίες οι «115» πρωτοστατούν. Το αίτημα εκδημοκρατισμού του συνδικαλιστικού κινήματος θα υπονομευτεί ποικιλοτρόπως από την Ε.Κ. και θα ενταφιαστεί εντέλει από την αντεπίθεση του αστικού κατεστημένου μετά τα Ιουλιανό του 1965. Λίγους μήνες πριν, ο πρόεδρος των «115» Ορέστης Χατζηβασιλείου εξηγούσε τη σημασία του αιτήματος: Ο εκδημοκρατισμός των συνδικάτων δεν είναι ιδεολογική διακήρυξη, αλλά αυτή η ίδια η καθημερινή ζωή των εργαζομένων.


ΚΙΝΗΜΑ ΜΑΖΩΝ ΚΑΙ ΟΧΙ ΣΤΕΛΕΧΩΝ

Ενάντια στον κυβερνητικό συνδικαλισμό

Ποιες ήταν οι προϋποθέσεις για την εμφάνιση και την ανάπτυξη της κίνησης των «115»; Στην κίνηση συμμετείχαν συνδικαλιστές προερχόμενοι από την κομμουνιστική και τη σοσιαλιστική Αριστερά, το κέντρο, ακόμα και τη Δεξιά. Παρ' όλα αυτά, διατήρησε συστηματικά ένα μαχητικό μέτωπο εναντίον όχι μόνο τον υπάρχοντος κυβερνητικού συνδικαλισμού, αλλά και δυνητικών εκφράσεων του. Συγκροτήθηκε επίσης στην πράξη ως κίνημα μαζικών οργανώσεων και όχι στελεχών. Πώς μπορεί να ερμηνευτεί η συσπειρωτική της δυναμική και η μαζικότητα των διεκδικητικών της πρωτοβουλιών;

Η μεταπολεμική ιστορία του εργατικού κινήματος στην Ελλάδα αλλά και γενικότερα στην Ευρώπη, χαράχτηκε πάνω στο τοπίο δύο αντιμαχόμενοι, διάδοχων στη χρονική τους εξέλιξη, διαδικασιών. Η πρώτη ήταν η αντιφασιστική κινητοποίηση της πολεμικής περιόδου και η εαμική εμπειρία. Σ' όλη την Ευρώπη, η αντιφασιστική κινητοποίηση είχε μακράς διάρκειας πολιτισμικά αποτελέσματα. Ανέδειξε την επιθυμία και τη δυνατότητα ριζοσπαστικών αλλαγών και, συνεπώς, το όραμα μιας μεταπολεμικής ανασυγκρότησης με ισχυρά τα ιδανικά της δημοκρατικής ιδιότητας τον πολίτη, του εξισωτισμού και της κοινωνικής δικαιοσύνης. Κατά συνέπεια, η συνοχή των μεταπολεμικών κοινωνιών θα εξαρτιόταν σημαντικά από τη νομιμότητα που οι εθνικοί πολιτικοί θεσμοί θα επιτύγχαναν επεξεργαζόμενοι τα στοιχεία αυτού του οράματος. Μετά το 1947, η δεύτερη διαδικασία θα αλλάξει τα χρώματα στο κάδρο. Ο Ψυχρός Πόλεμος έκλεισε ορμητικά την ατζέντα των αντιστασιακών συνασπισμών για ριζικές αλλαγές. Το Σχέδιο Μάρσαλ είχε ως στόχο την άρρηκτη σύνδεση της δημοκρατίας με το κεφάλαιο: Η δημοκρατία έπρεπε να είναι ο ασφαλής πολιτικός χώρος για την ευημερία των καπιταλιστικών κοινωνικών σχέσεων. Τα ανοίγματα της αντιστασιακής εμπειρίας έπρεπε, επομένως, να κλείσουν. Ο ελληνικός εμφύλιος πόλεμος ήταν η πιο άγρια δοκιμή της νέας ψυχροπολεμικής διευθέτησης. Όμως για μια σειρά λόγους -η αγριότητα ήταν ένας από αυτούς- ο εμφύλιος εγκαινιάζει μία περίοδο επισφαλούς νομιμότητας της πολιτικής ηγεμονίας της νικήτριας παράταξης.

Η δυναμική κινημάτων, όπως ήταν οι «115», δημιουργήθηκε, νομίζω, στο σημείο όπου αυτή η επισφαλής νομιμότητα συναντιόταν με το βιωματικό χώρο της απελευθερωτικής εμπειρίας του παρελθόντος και τον ορίζοντα νέων προσδοκιών, οι όποίες τροφοδοτούνταν από τις αλλαγές στο κοινωνικό περιβάλλον.

Εφημερίδα ΠΡΙΝ, 16 Μαΐου 2010

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Lesvos Blogs